παραμύθι της Γεωργίας Αγγελή
Μια φορά και ένα καιρό μέσα σένα όμορφο γαλάζιο πιάτο με ανθάκια, η μαμά ακούμπησε μια αφράτη φέτα από ζυμωτό ψωμί με φρέσκο βούτυρο και ελατόμελο.
«Κωστάκη! Έλα να φας το κολατσιό σου» φώναξε
«Ουφ καλέ μαμά, άσε με παίζω τώρα».
«Ακούς τι σου λέω; Έλα τώρα!»
Η φέτα γόησσα όλο γλύκα άρχισε να κομπάζει όλο περηφάνια.
«Μα απ’ όλα τα γλυκά του κόσμου εγώ είμαι το πιο σπουδαίο. Το βούτυρό μου είναι κατάλευκο από γάλα αγελάδων που βοσκούν όλη μέρα στον ήλιο. Το μέλι μαζεύτηκε από κυψέλες ψηλά στο βουνό που μοσχομυρίζει το έλατο. Όσο για το ψωμί μου φτιάχτηκε με περισσή αγάπη και φροντίδα από την γιαγιά. Γι’ αυτό είμαι καλύτερη από όλα τα γλυκά. Έχω υψηλή διατροφική αξία….»
Τα γλυκά του σπιτιού την κοιτούσαν θυμωμένα.
«Μπα τι ψηλομύτα που είναι αυτή!»
«Μωρέ χαράς τα μούτρα»
«Ποια νομίζει ότι είναι;»
«Εγώ είμαι μοντέλο. Αξίζω να φωτογραφηθώ και να μπω σε περιοδικά. Να με βλέπουν και να με ζηλεύουν όλοι…» φλυαρούσε ακατάπαυστα.
Άκουσε την φασαρία ο γάτος του σπιτιού και ενδιαφέρθηκε. Πλησίασε το τραπέζι, κοίταξε ένα γύρο είδε πως δεν κοιτούσε κανείς και πήδηξε πάνω στο τραπέζι. Μύρισε την φέτα, την βρήκε του γούστου του και την καταβρόχθισε.
Επιμύθιο: «Όποιος φωναχτά κομπάζει και περηφανεύεται, πολύ εύκολα τον τρώνε»
0 Comments