Το βιβλίο …σαν μια φορά.30 μικρές ιστορίες για τα παλιά ξεχασμένα επαγγέλματα. Εκδόσεις Little Island Publications – Book Publisher
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
Όπως ο συγγραφέας Ηλίας Μπουντούρης δηλώνει εξ αρχής: «με την παρακάτω ενότητα αφηγημάτων, επιδιώκω να αναδείξω επαγγέλματα παλιά και ξεχασμένα ή επαγγέλματα που σήμερα έχουν εξελιχθεί κάπως διαφορετικά».
Το βιβλίο, λοιπόν, σκιαγραφεί με αφηγηματικό ύφος επαγγελματίες, παρόχους ποικίλων υπηρεσιών στην παραδοσιακή, κυρίως αστική, κοινότητα, όπως ο γαλατάς, ο νερουλάς, ο λούστρος ή ο μπαρμπέρης, ο καφεζυθοπαντοπώλης, ο καστανάς, ο παγωτατζής, η μαμή, ο λατερνατζής, ο ταχυδρόμος, η προξενήτρα, ο φαροφύλακας, ο φωτογράφος, ο γυρολόγος, ο αγωγιάτης αλλά και παραγωγούς και τεχνίτες, όπως ο αμπελουργός, ο μυλωνάς, ο ελαιουργός, ο μαραγκός, ο ράπτης, ο ακονιστής, η υφάντρα, ο σιδεράς, ο πεταλωτής, ο τσαγκάρης, ο γανωτής, ο σφουγγαράς, ο κατασκευαστής παιχνιδιών, ο οργανοποιός. Ο καθένας με τη δική του συμμετοχή στον κοινωνικό καμβά, όπως εύστοχα παρατηρεί ο αείμνηστος Δημ. Λουκάτος.
Σκοπός του Ηλία Μπουντούρη είναι αφ’ ενός η διάσωση πληροφοριών
για κάθε παραδοσιακό επάγγελμα και η δημιουργία της προσωπογραφίας κάθε
επαγγελματία με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Επιλέγει τον αφηγηματικό τρόπο
«και σε διευρυμένους ιστορικά χρόνους, ώστε ο αναγνώστης να αντιληφθεί την πολιτισμική σημασία αυτών χωρίς να «ξοδευτεί» στην πολυεπίπεδη σημειολογία τους, καθώς το συγκεκριμένο έργο απευθύνεται και σε παιδαγωγούς». Ουσιαστικά πρόκειται για μια ιστορική διαδρομή σε κάθε επάγγελμα με παιδαγωγικό κυρίως χαρακτήρα.
Ο ενδιαφερόμενος παρακολουθεί την εξέλιξη του επαγγέλματος μέχρι την εγκατάλειψή του ή την αντικατάστασή του από άλλης μορφής επαγγέλματα για λόγους κοινωνικούς, ιστορικούς, εξέλιξης της τεχνολογίας. Αυτό άλλωστε είναι η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων διαχρονικά και οι δυνατότητες εκσυγχρονισμού κάθε κοινωνίας με την ενσωμάτωση τεχνολογίας σε συγκεκριμένα επαγγέλματα συναρτώνται προς την ευελιξία της. Έτσι, αυτό που επισημαίνει ο συγγραφέας για τον μουσειακό χαρακτήρα των επαγγελμάτων που περιγράφει, ισχύει για το μεγαλύτερο μέρος τους και ιδιαίτερα τις τεχνικές, οι οποίες αποτελούν πολύτιμο υλικό που ανήκει στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας, που προστατεύεται από την UNESCO.
Το βιβλίο έρχεται με τρόπο απλό και ευχάριστο «να τοποθετήσει ένα μικρό λιθαράκι στην ανάδειξη» των στοιχείων που συμπαρέσυρε ο χρόνος και η τεχνολογία και να επισημάνει τους λόγους που επέφεραν τις αλλαγές.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του αγωγιάτη, ο οποίος μετεξελίσσεται σε μια σειρά επαγγελμάτων μεταφοράς προϊόντων:
«Κι έτσι ο Ανδρίτσος (Ο Αγωγιάτης), για αρκετά χρόνια δούλεψε ως καραγωγέας ή αλλιώς, καροτσέρης. Και με το κάρο του έκανε πιάτσα σε σημεία που του υποδείκνυε ο Δήμος, συνήθως σε πλατείες ή σταθμούς τραίνων και υπεραστικών λεωφορείων, έχοντας ένα μόνο ζώο ή το πολύ δύο, που φορούσαν μόνο λαιμαριές και χάμουρα, ενώ εκείνος, παντελόνι σκούρο ριγέ, στενό κάτω, με τσέπες κοφτές, λευκό πουκάμισο, γιλέκο, τραγιάσκα και μυτερά παπούτσια. Και αργότερα, όταν με έναν ευνοϊκό νόμο του 1926 δόθηκε στους καραγωγείς το δικαίωμα να αποκτήσουν όχημα Δημόσιας Χρήσης, εκείνος αγόρασε ένα τρίκυκλο ενώ τη δεκαετία του ’50, μετά τον εμφύλιο, αντάλλαξε το τρίκυκλο με φορτηγό». Επισημαίνει επίσης την νέα χρήση των αντικειμένων που έβγαιναν από τα χέρια των τεχνιτών, ως διακοσμητικών πλέον στοιχείων των σύγχρονων σπιτιών: «Όσα λίγα χαλκώματα και μπακίρια έχουν απομείνει, σαν ενθύμια ή στολίδια, κοσμούν πια μόνο τοίχους και βιτρίνες εξοχικών κατοικιών και φυσικά, μένουν αγάνωτα και ούτε που συζητά κανείς για καλάλισμα».
Επιμένει εύστοχα στα βαπτιστικά ονόματα, η έρευνα και μελέτη των οποίων διεθνώς αποτελεί στις περισσότερες χώρες αντικείμενο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος ειδικών επιστημόνων, των ονοματολόγων-γλωσσολόγων, καθώς και των λαογράφων, «ονόματα που κάποτε, γράφει, συνηθίζονταν στα διάφορα μέρη της Ελλάδας, ονόματα που πλέον δεν δίνονται εύκολα σε παιδιά και, κινδυνεύουν να χαθούν»:
Ο Τρύφωνας, ο Ζήσιμος, ο Φανούρης, ο Σαράντης, ο Κλεάνθης, ο Ζαφείρης, ο κυρ Φάνης, ο μαστρο – Μελέτης, ο Θύμιος, ο μπάρμπα Μαθιός, ο Φαίδων, ο Ευτύχης, ο Μηνάς, ο Χρύσανθος, ο Ζαχαρίας, ο ράπτης πριν το «pret a porter», ο Κοσμάς, ο Καπλάνης, ο Πασχάλης, ο Ανέστης, ο Βίκτωρας, η Μαλάμω, η Ανθούλα, η θειά Αρχοντούλα, η κυρά Δόμνα, η κυρά Ανδρομάχη, η Ρωξάνη.
Προσωπογραφίες διαχρονικές σμιλεμένες από τις ιδιαιτερότητες της εργασίας τους, γι’ αυτό και ευδιάκριτες, σε αντίθεση με το απρόσωπο πλήθος των σύγχρονων αστικών κέντρων.
Το βιβλίο με την περιγραφή των επαγγελμάτων στην εξελικτική τους πορεία επιβεβαιώνει την άποψη ότι ο λαϊκός πολιτισμός είναι ζωντανός οργανισμός και όχι μουσειακό είδος. Τις τελευταίες δεκαετίες αποτελεί άποψη και διεθνών οργανισμών, όπως η UNESCO,η οποία με την σύμβαση του 2003 για την Άυλη Πολιτισμική Κληρονομιά υποδεικνύει στα κράτη μέλη την ανάγκη προστασίας των παραδοσιακών τεχνικών, της διατροφής και των ποικίλων εκφάνσεων της πολιτισμικής ταυτότητας. Το διαχρονικό πρόβλημα των παραδοσιακών επαγγελμάτων είναι η εκάστοτε απαξίωσή τους υπό την επίδραση της σύγχρονης τεχνολογίας, και η εξυπηρέτηση των των ανθρώπων από άλλα πιο σύγχρονα. Αυτό που δυστυχώς αφήνουμε να χαθεί από άγνοια είναι η τεχνογνωσία και τα γνωσιακά κενά που δημιουργούνται από την εγκατάλειψή της. Η διάσωση, επομένως, και ανάδειξη στοιχείων της παραδοσιακής κληρονομιάς είναι πάντοτε ευπρόσδεκτη.
Σήμερα, θεωρείται ευτυχώς καινοτομία σε όλο τον κόσμο, η συμφιλίωση των παλαιών τεχνικών με τη νέα τεχνολογία για ένα νέο οικονομικό μοντέλο, που θα γεφυρώνει το παρελθόν με το παρόν. Το βιβλίο αποτελεί προς την κατεύθυνση αυτή μία άριστη συμβολή.
Δρ Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη
τ. Διευθύντρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
της Ακαδημίας Αθηνών
Μέλος της Εθνικής Επιτροπής Ελλάδα 2021
Πρόσφατα σχόλια