Διήγημα της Γεωργίας Αγγελή
Το αμάξι βγήκε απότομα από το στενό και ο Πέτρος δεν πρόλαβε να φρενάρει το μηχανάκι. Έσκασε με δύναμη στο φτερό του αυτοκινήτου, εκσφενδονίστηκε στον αέρα, διέγραψε μια καμπύλη και προσγειώθηκε με δύναμη στο οδόστρωμα. Ένας οξύς πόνος στο χέρι και στο μέτωπο τον έκανε να βογκήξει.
Ζεστό αίμα άρχισε να τρέχει από το μέτωπο του. Πανικοβλήθηκε. Μαζεύτηκε κόσμος που φώναζε στον απρόσεκτο οδηγό του αυτοκινήτου. Δέκα χέρια τον βοήθησαν να σηκωθεί και να σταθεί στα πόδια του- Ωραία πόδια δεν έσπασα, όμως σίγουρα στο χέρι έκανα ζημιά. Ο οδηγός τον κοιτούσε κάτωχρος με αγωνία.
«Είσαι καλά;»
«Ωχ το χέρι μου, πονάει και έσκισα το μέτωπο μου»
«Γρήγορα, θα σε πάω εγώ στο νοσοκομείο»
Έφτασαν στο ΚΑΤ. Εκεί τον παρέλαβαν οι γιατροί και τον έστειλαν για ακτινογραφίες. Τελικά είχε κάταγμα και τον πέρασαν στην γυψοαίθουσα αφού πρώτα του έραψαν το φρύδι του που είχε βαθύ κόψιμο. Όταν τράβηξε ο γιατρός το χέρι του για να το φέρει στη θέση του κόντεψε να λιποθυμήσει.
Ήμουν χωρίς κράνος, σκεφτόταν, πως δεν έμεινα στον τόπο με τις μαλακίες που κάνω.
Πήγε ξανά για ακτινογραφίες και η ταλαιπωρία του συνεχίστηκε για ώρες. Όταν τελείωσαν όλα αντάλλαξε τηλέφωνο με τον οδηγό και τον άφησε να φύγει μιας και κατέφτασε έντρομος ο φίλος του ο Δημοσθένης που στο μεταξύ του είχε τηλεφωνήσει. Αφού του είπε τι έγινε, ανέβηκαν στο μηχανάκι για να τον πάει στο σπίτι. Ήταν ταλαιπωρημένος, γεμάτος αίματα και πονούσε.
Όμως η μέρα δεν είχε τελειώσει ακόμα. Κοντά στο σπίτι του έγινε κάτι απίστευτο. Μια αγέλη αγριεμένα σκυλιά τους κυνήγησαν γαυγίζοντας και δάγκωσαν τον Δημοσθένη στο πόδι σαν πήγε να τα διώξει με κλωτσιά.
Ξαφνιασμένος εκείνος ούρλιαξε, έχασε την ισορροπία του, το μηχανάκι έγειρε επικίνδυνα και βρόντηξαν με δύναμη στον δρόμο. Ο έντονος πόνος στο γόνατο του και στο κεφάλι του τον έκαναν να φωνάξει. Ο Δημοσθένης δεν μπορούσε να σηκωθεί και ούρλιαζε ότι έσπασε το πόδι του που ήταν παραμορφωμένο. Ο πανικός τον παρέλυσε και δεν μπορούσε να σηκωθεί.
«Πάει αυτή τη φορά το έσπασα το πόδι μου»
Ο κόσμος μαζεύτηκε να τους βοηθήσει και κάποιοι ευτυχώς φώναξαν ασθενοφόρα που έφτασαν με πολλή ώρα καθυστέρηση.
«Ασκληπιείο Βούλας πάμε» του είπε ο νοσοκόμος.
«Ωραία, βόλτα στα νοσοκομεία της Αθήνας σήμερα» προσπάθησε να γελάσει αλλά δεν τα κατάφερε φοβόταν πολύ. Πονούσαν το κεφάλι, η κοιλιά και το γόνατο αφόρητα. Δεν την γλίτωνε την εισαγωγή στο νοσοκομείο σήμερα.
Έφτασαν στο νοσοκομείο και τον παρέλαβαν οι γιατροί. Τους είπε το ιστορικό της ημέρας και που πονούσε.
«Δεν είναι η μέρα σας σήμερα κύριε Γεωργίου, αλλά μην φοβάστε. Θα σας στείλουμε πρώτα για ακτινογραφίες και μετά πίσω πάλι εδώ. Όλα θα πάνε καλά»
Ο τραυματιοφορέας αφού πήρε πρώτα ένα καλό πουρμπουάρ τον έβαλε σε φορείο και τον έτρεχε για τις εξετάσεις πιο γρήγορα και έτσι δεν περίμενε πολύ. Ο κόσμος ήταν πολύς στο νοσοκομείο και όλο το προσωπικό έτρεχε πανικόβλητο. Ευτυχώς δεν έσπασε το γόνατο, ράμματα ήθελε όμως. Ο γιατρός μόλις τελείωσε του έβαλε κολάρο στον αυχένα του, επειδή τραντάχτηκε πολύ και είχε κάκωση.
«Ωραία γιατρέ, κουλός κουτσός, ράμματα και κολάρο. Να βγω σε καμιά γωνιά με ένα τασάκι να μαζεύω λεφτά. Με την κοιλιά μου που πονάει τι θα γίνει;»
«Θα σας στείλουμε στο χειρουργικό»
Καινούργια αναμονή εκεί και μόλις ο γιατρός τον άκουσε του είπε:
«Βλέπω δεν είναι η μέρα σας σήμερα κύριε Γεωργίου. Θα σας στείλω για υπέρηχο μη τυχόν υπάρχει κάποια αιμορραγία»
Καινούργια χαρτιά και αναμονή στο ακτινολογικό.
«Δεν είναι η μέρα σου σήμερα φίλε μου» του είπε ο ακτινολόγος σαν του είπε τι έπαθε και ξεκίνησε την εξέταση.
«Πρέπει να σου πω κάτι»
«Τι γιατρέ; Έχω αιμορραγία;»
«Όχι, κάτι άλλο»
«Πες μου ότι βλέπεις και κανένα καρκίνο να αρχίσω να φωνάζω, αμάν σήμερα»
«Όχι, ησυχάστε δεν είναι καρκίνος, έχετε πολύποδες στην χολή και πρέπει να χειρουργηθείτε άμεσα»
«Ε όχι Παναγία μου! Δεν αντέχω άλλο»
«Μην κάνετε έτσι. Δείτε το αλλιώς, αν δεν είχατε το ατύχημα δεν θα το μαθαίνατε εγκαίρως και θα είχατε άλλες επιπτώσεις»
Ο τραυματιοφορέας του είπε τα ίδια «Ε! δεν είναι η μέρα σου σήμερα» καθώς τον πήγαινε πίσω στο χειρουργικό. Εκεί μόλις τελείωσε η εξέταση ο γιατρός του έδωσε οδηγίες και το τηλέφωνο για να κλείσει ραντεβού να κανονίσουν το χειρουργείο.
Στο μεταξύ είχε καταφτάσει η αδελφή του Δημοσθένη. Ο φουκαράς μπήκε εισαγωγή και θα χειρουργούταν το πρωί. Σαν άκουσε η Μαρία τι συνέβη, του είπε και εκείνη το ίδιο όπως όλος ο κόσμος «Δεν είναι η μέρα σου σήμερα καημένε Πέτρο»
Ωστόσο του είπε πως θα τον πάει στο σπίτι και θα τον βοηθούσε. Ανάπνευσε με ανακούφιση σαν το άκουσε. Να κάτι καλό. Πονούσε παντού, κούτσαινε, τα ρούχα του γεμάτα αίματα και βρωμιά από τις πτώσεις και χρειαζόταν βοήθεια. Έφυγαν μαζί και αφού πρώτα αγόρασαν τα παυσίπονα που του έγραψε ο γιατρός, έφτασαν σπίτι και τον βοήθησε να ανεβεί επάνω.
Σαν έφυγε η κοπέλα σκεπτόταν- τώρα; Πως θα αλλάξω ρούχα, πως θα πλυθώ, πως θα φάω, πως θα βολευτώ στο κρεβάτι, τι θα γίνει τις επόμενες μέρες; Πολλές οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις ακόμη πιο δύσκολες.
Αλλά οι επόμενες μέρες ήταν πολύ μακρινό μέλλον. Έπρεπε να φροντίσει τις επόμενες ώρες. Πρώτη φορά κατάλαβε πως αυτό που μετράει είναι το σήμερα.
Σήμερα δεν ήταν η μέρα του, πραγματικά. Αλλά όμως πόσα πράγματα έμαθε!
0 Comments